Γράφει η Γιώτα Χουλιάρα
Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Βιασμός της Κοκκινοσκουφίτσας»
Κάθε χρόνο τέτοια μέρα εκνευριζόταν αφάνταστα με την ερώτηση που της έκανε η γειτόνισσα, όταν την έβλεπε να στολίζει με κολοκύθες την είσοδο του σπιτιού και τα παράθυρα.
«Είχες και στο χωριό σου Halloween;» της έλεγε σκασμένη στα γέλια.
Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Βιασμός της Κοκκινοσκουφίτσας»
Κάθε χρόνο τέτοια μέρα εκνευριζόταν αφάνταστα με την ερώτηση που της έκανε η γειτόνισσα, όταν την έβλεπε να στολίζει με κολοκύθες την είσοδο του σπιτιού και τα παράθυρα.
«Είχες και στο χωριό σου Halloween;» της έλεγε σκασμένη στα γέλια.
Δεν απαντούσε, προτιμούσε να κουνήσει το κεφάλι αμήχανα, νευρικά και κάποιες φορές ανόρεχτα και να φροντίσει να μην την ξαναδεί για την υπόλοιπη ημέρα.
Κανείς όμως δεν ήξερε ότι εκείνη είχε γεννηθεί μια τέτοια νύχτα, παραμονή της γιορτής των Αγίων Πάντων σ΄ένα φτωχό χωριό της βρετανικής επαρχίας. Η μητέρα της ήταν παιδί της φύσης, λάτρευε την Μητέρα Γη και τον Αρσενικό Σύντροφο της όπως της είχαν μάθει οι πρόγονοι της που ήταν ιερείς σ΄αυτά τα μέρη. Όμως η φτώχεια, η ανέχεια, η πείνα και ο ξεπεσμός την είχαν οδηγήσει στην δούλεψη ενός πλούσιου ο οποίος αποφάσισε να την παντρέψει μ΄ένα προτεστάντη ιερέα.
Όταν γεννήθηκε, εκείνη την σκοτεινή παραμονή οι θεοσεβούμενοι άνθρωποι του χωριού το θεώρησαν κακό οιωνό. Βλέπεις στο χέρι της είχε ένα σημάδι σαν πορτοκαλί κολοκύθα.
«Το παιδί είναι δαιμονισμένο», είπε με έμφαση η μαμή του χωριού και γυναίκα του μπακάλη, για να συμφωνήσουν όλοι, ακόμη και ο ιερέας πατέρας της.
«Όχι», ψέλλισε η μητέρα της ξαπλωμένη και εξαντλημένη από την πολύωρη προσπάθεια.
Όμως το πόρισμα είχε βγει. Έπρεπε να καθαγιαστεί για να φύγουν τα παγανιστικά δαιμόνια που τρόμαζαν τους κατοίκους.
«Μην πειράξεις την κόρη σου», κραύγασε με όση δύναμη της είχε απομείνει η μητέρα.
Και τότε αντίκρισε την αμφιβολία στο βλέμμα του ιερέα συζύγου της. Ποτέ δεν θα της συγχωρούσε την ομορφιά. Ποτέ δεν θα της συγχωρούσε που μπορούσε να απολαμβάνει την ζωή και τον έρωτα. Την ζήλευε όταν πλάγιαζε μαζί του γιατί έβλεπε το κορμί της να λαχταρά για χάδια και φιλιά. Ήταν σίγουρος ότι στα δάση που γυρνούσε όλη μέρα και μάζευε βότανα την είχε αποπλανήσει κάποιος δαίμονας και το παιδί δεν ήταν δικό του.
Τα βήματα στην σκαλιά της εξώπορτας διέλυσαν τις θύμησες του παρελθόντος. Ήταν τα παιδιά της γειτονιάς. Άνοιξε την πόρτα και με ένα γλυκό χαμόγελο τους είπε: «Κέρασμα ή φάρσα; »
Τα παιδιά την κοίταξαν. Είχαν ακούσει γι΄αυτό το ξενόφερτο έθιμο στην τηλεόραση. Είδαν και το κουτί με τα γλυκά και πήγαν κοντά της. Εκείνη έκλεισε την πόρτα πίσω της.
Απόψε, όπως κάθε βράδυ παραμονή της Νύχτας των Αγίων Πάντων, από το βράδυ της γέννησης θα ακολουθούσε το τελετουργικό του καθαγιασμού που της έκαναν και της ίδιας οι κάτοικοι του χωριού της και ο ιερέας πατέρας της. Μόνο που αύριο όλοι θα έψαχναν τα παιδιά όπως κάθε χρόνο, την ώρα που αυτή για μια ακόμη φορά θα έπρεπε να μετακομίσει και να αλλάξει ταυτότητα.
----------------------------------------
Ιδιοκτησία πνευματικών δικαιωμάτων (Οκτώβριος 2018)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.